ΦΡΙΤΖΗΛΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ του Παναγιώτη & της Παναγιώτας



Γεννήθηκα το 1930 , σε ένα μικρό χωριουδάκι ,τα Πιστάματα ,
στην περιοχή του Ζάρακα Λακωνίας.
Στα έξι μου χρόνια , πήγα στο Δημοτικό στον Λαμπόκαμπο , και τελείωσα την Τετάρτη.
Μετά άρχισε ο πόλεμος ,έκλεισαν τα σχολεία ,και δεν ενδιαφέρθηκα ξανά για γράμματα,αφού και οι γονείς μου ήταν φτωχοί και δεν είχαν τις ανάλογες δυνάμεις.
Η ζωή κυλούσε μέσα σε στερήσεις (πείνα,δυστυχία,κατοχή) , μετά ξέσπασε ο εμφύλιος με φόβο,τρόμο,και κακομοιριά.
Μέσα σε όλα αυτά αναγκάστηκα να μπω στη βιοπάλη , αρχίζοντας από τσοπανάκος με μερικά γιδοπρόβατα και αργότερα στα δεκάξι ασχολήθηκα με τις γεωργικές δουλειές (όργωμα-σπορά-θερισμό,αλώνισμα κ.λ.π.)
Παρόλα αυτά,όταν γινόταν πανηγύρι,πήγαινα στο χωριό –αποκριές , Χριστούγεννα , Πάσχα-και γλεντούσα παρέα με μερακλήδες γερόντους , αφού κι εγώ , ήμουνα γεννημένος μερακλής.Τραγουδούσα , χόρευα , έπινα κρασάκι , ξενυχτούσα μαζί τους.
Κοντά τους έμαθα όλα τα παλιά , καλά τραγούδια του Ζάρακα και κει άρχισα να δημιουργώ τα πρώτα δικά μου στιχάκια.
Ήταν «σάτυρες» που σχολίαζαν τα καλά ή τα άσχημα γεγονότα , αλλά δυστυχώς δεν τα κρατούσα γραμμένα…
Όταν υπηρέτησα φαντάρος στις σκοπιές ,στα φυλάκια ,στους θαλάμους,κ.λ.π. , έγραφα σε στιχάκια «το βίο του φαντάρου».
Απολύθηκα , παραμένοντας σκόπι (άβγαλτος) χωρίς να έχω γνωρίσει τη ζωή της πολιτείας. Ξαναγύρισα στη ζωή του χωριού , πρόβατα , γίδια , γεωργικές καλλιέργειες , μένοντας μέχρι σήμερα στα ίδια μέρη…
Σατίριζα τους χωριανούς μου,τους πολιτικούς ,την εποχή της επταετίας κλ.π…
Το 1981,είδα στην τηλεόραση , στην εκπομπή «να η ευκαιρία» κάποιον να απαγγέλει στίχους σαν τους δικούς μου,και διαπίστωσα ότι παρόμοια γράφω και γω. Από τότε άρχισα να τα συγκεντρώνω σε χαρτί με την επιθυμία να το παρουσιάσω στην εκπομπή .
Συνεχίζω την ίδια ζωή αλλά τώρα όταν μαζεύω ελιές ,κατεβαίνω από τη σκάλα για να γράψω στίχους που μου΄ρχονται εκείνη την ώρα,όταν καματεύω σταματάω το ζευγάρι ,όταν θερίζω αφήνω το δρεπάνι ,και τα γράφω όπου βρωΈγραψα δύο γράμματα ,αλλά δεν έλαβα απάντηση μέχρι που σταμάτησε η εκπομπή…
Τότε σταμάτησα και γω να γράφω ,γιατί δεν είχα κανέναν να με προωθήσει.
Τι,να σπάζω το κεφάλι μου τζάμπα;
Αλλά βρεθηκαν δυο φίλοι μου ,που μου πρότειναν να τα μαζέψουμε
και να τα κάνουμε βιβλίο…
Ετσι τα ερεθίσματά μου , βρίσκονται μπροστά σου να τα απολαύσεις…
Και σας ευχαριστώ…
Θεόδωρος Φριτζήλας

ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΝΑ

Δεν υπάρχει άλλο πράγμα - πιο γλυκό από τη μάνα
ό,τι και να δοκιμάσεις - πάλι μάνα θα φωνάξεις.

Όποιος έχει δίπλα του τη μάνα - η χαρά είναι άλλο πράγμα
για κείνον που δεν έχει μάνα - η χαρά του γίνεται κλάμα.

Τον πόνο σου και τη χαρά - η μάνα θα το μάθει,
σαν Παναγία το Χριστό - και εσένα θα θηλάσει.

Όχι ποτές δε θα σου πει - κι έτσι δε θα σ’αφήσει
και το φαρμάκι στην καρδιά - μέλι θα το ποτίσει…

όταν σε βλέπει να πονάς - κι αυτή αναστενάζει…
και δίπλα στο προσκέφαλο - κουράγιο να σου κανει…


ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
Μια Κυριακή ξημέρωμα - 11 του Ιούνη



ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ ΠΕΡΠΑΤΗΣΑ
Την Άνοιξη περπάτησα - στα μέρη τα ανθισμένα
πολλά λουλούδια μύρισα - δεν έκοψα κανένα.

Φοβόμουν μη μου μαραθεί - μετά και το πετάξω,
και έτσι θα σκεφτόμουνα - πως είχα κάνει λάθος.

Το λάθος όμως έγινε -το κόψω δεν το κόψω
γιατί κι αυτό μαράθηκε - χωρίς να το γλιτώσω.

Ωραίο είναι την αυγή - οταν μοσχομυράει,
αλλά κι αυτό μαραίνεται - κι ο άνθρωπος γερνάει.

ΚΑΚΟΥΡΓΑ ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ
Μωρή κακούργα αμυγδαλιά - που ανθείς απ΄το Γενάρη




Είμαι ένα χωριατόπαιδο - όμορφο λεβεντόπαιδο
δε με αγάπησε καμία - γιατί ζω στην επαρχία

Πάμε φως μου στην Αθήνα - κι ας πεθάνω από την πείνα
θέλω να φύγω απ΄το χωριό - βαρέθηκα το κουτσομπολιό.
Το ρομάντζο να διαβάζω - και τα νύχια μου να βάφω
πάμε φως μου στην Αθήνα - κι ας πεθάνω από την πείνα.

Στην Αθήνα θα δουλεύεις - και δε θα κουτσομπολεύεις
και θα θυμάσαι το χωριό - ταντέλα και περιοδικό.

Η Αθήνα θέλει φράγκα - κι όχι έξοδο τα βράδια
αν με αγαπάς ,πάρε με δω - κι ας είμαι φως μου στο χωριό.

Θα σε ζω στα μεγαλεία - που δεν τα ΄χει άλλη καμία
θα είσαι αρχόντισσα κυρία - πιο καλά κι απ΄την Αθήνα
κι όσοι κουτσομπολεύουνε - τότες θα μας ζηλεύουνε…

απο το βιβλίο ο αυτοδίδακτος ποιητής φριτζηλάκος -1998

μες στην δική σου ομορφιά - το νου μου έχω χάσει

Όπως χαράζει η αυγή - είν’το χαμόγελό σου,
αστράφτουνε τα μάτια σου - κι όλο το πρόσωπό σου.

Δέντρα σε καμαρώνουνε - διαβάτης σε θαυμάζει
κι όταν σπάζεις χαμόγελο - όλα τα ξεκουράζεις…

Και άλλοι θέλουν να γελούν - δεν σκάζουνε τα χείλη
της χάρης τα χαμόγελα - στον κόσμο τα ΄χουν λίγοι.

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΑ ΧΩΡΙΑ
και τα τινάζεις τα άνθη σου - στη μπόρα του Φλεβάρη.

Δεν πρόσεξες τα άνθη σου - είσαι ξεμυαλισμένη
σαν την κοπέλα τη μικρή - που είναι ερωτευμένη.

Δε σε τρομάζει η βροχή - η μπόρα το χαλάζι
σαν την κοπέλα τη μικρή - που δεν ακούει συμβουλές
όταν πρωταγαπάει…

όταν ανοίξει ο καιρός - τα άνθη σου έχουν πέσει
και η κοπελιά όταν σκεφτεί - με άλλον τα ΄χει μπλέξει


ΓΕΛΑΣ
ο Παναγής Φρυτζάλας πέθανε - αυτό το μάθαν ούλοι.

Η Ντέντε αναστέναξε - και η μεγάλη ρίζα
που μια ζωή τα απολάμβανε - με πρόβατα και γίδια.

Δεν έφταναν τα βάσανα - που πέρασε στη νιότη,
στο τέλος τα γεράματα - του κόψαν και το πόδι.

Απ’ όταν εγεννήθηκε - με πρόβατα και γίδια
στα χειμαδιά και στο Νταβί - με κρύα και με πείνα…

Με αρμύρα και με λάχανα - και με νερομπαμπάλα
μα και το εκλεκτότερο - ήτανε τα τριφτάδια.

Ένα τσιμπούκι και ο καπνός - ητανε η ζωή του
που το αγαπούσε και αυτό - σαν να ΄τανε παιδί του.

Όλα τα είχε υστερηθεί - εκείνο όμως όχι
Όλα θε να του λείπανε - αυτό έπρεπε να το ΄χει.

Άνθρωπο δεν αδίκησε - σε όλη την πορεία
κι έφυγε υπερήφανος - από την κοινωνία…
Γελάς και τα βουνά γελούν - οι κάμποι και τα δάση

Δεν υπάρχουν σχόλια: