ΙΟΥΛΗΣ 1941 - Ντάγκα..ντάγκ..





Κατά τας αποφράδας και ζοφεράς αυτάς ημέρας τους έτους 1941, του έτους δηλαδή εκείνου της δυστυχίας και της πείνης (λόγω της τότε κρατούσης γνωστής Γερμανοιταλικής Κατοχής) ,
πολλοί ξένοι προερχόμενοι από την Ύδρα τις Σπέτσες τον Πειραιά και τας Αθήνας ,περνούσαν από τον τόπο μου ,τον Χάρακα.
Το ορεινό ,δηλαδή και ωραίο αυτό χωριό της περιφερείας Ζάρακος , επί της ανατολικής πλευράς της Λακωνίας ,όπου και η έδρα μου ως ιατρού κατά την εποχήν εκείνην εις την άνω περιφέρειαν.
 Πολλοί ξένοι περνούσαν ,λέγω από τον Χάρακα ,για να πάνε ναύρουν λίγο στάρι ,λάδι ,καλαμπόκι ή ό,τι άλλο στα παρακάτω χωριά του Έλους και του Ασωπού ,με σκοπό να θρέψουν τους δικούς τους ,που πεινούσαν πίσω,λόγω του κρατούντος φοβερού αποκλεισμού της εποχής εκείνης.
 Και ήσαν άνθρωποι αυτοί παντός είδους και πάσης προελεύσεως! Εμποροι,μεταπράτται ,δικηγόροι , ιδιωτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι και ό,τι άλλο.
 Όλοι γενικώς οιστρηλατούμενοι από το αμείλικτον ένστικτον της αυτοσυντηρήσεως ,προς επιβίωσιν και διατήρησιν συτών εν τη ζωή.
 Πολλά λοιπόν, θα μπορούσε κανείς να γράψει γενικώς  για όλα αυτά τα πρόσωπα και ιδιαιτέρως χωριστά για τον καθένα ,(γιατί βλέπετε ,κάθε άνθρωπος και με την χάρη του) ,αλλά επειδή έτσι το πράγμα θα έπαιρνε σε μάκρος , θα ασχοληθώ μόνον με ένα εξ αυτών ,τον μακαρία τη λήξει δηλαδή Δ.Π… καθηγητήν Ιδιωτικού Λυκείου στην πρωτεύουσα ,άνθρωπον πολύ μορφωμένον όπως αντελήφθην,εντρυφώντα εις θεωρητικάς συζητήσεις και μελέτας και ο οποίος διά τούτο είχε προξενήσει εις εμέ ιδιαιτέραν εντελώς εντύπωσιν.
 Και θα ασχοληθώ ιδιαιτέρως λέγω με αυτόν,με το να παραθέσω εις τας εν συνεχεία σελίδας του παρόντος ,μια μακρά και διεξοδική συζήτησι που είχα μετ’αυτού κατά τας ολίγας ημέρας που έμεινα στον Χάρακα περιμένοντας τον αδελφόν του να γυρίσει από το Έλος ,που είχε πάει για καλαμπόκι. Συζήτησιν η οποία περιστράφη τότε,όπως ενθυμούμαι,ναι μεν γύρω από πολλά και ποικίλα θέματα ,αλλά προπάντων και κυρίως γύρω από τα κείμενα των Γραφών και του Ευαγγελίου.
 Και την οποίαν συζήτησιν δεν έκρινα άσκοπον να μεταφέρω ενταύθα όπως γράφω παραπάνω (εφόσον και καθ’όσον εννοείται ενθυμούμαι τάυτης) προσθέτων μόνον σήμερον εις αυτήν κατ’επέκτασιν και εκ των υστέρων και μερικάς προσωπικάς μου σκέψεις σχετικάς με τα θέματα αυτά.
 Είμεθα ,λοιπόν,και οι δυο μας καθισμένοι ένα πολύ ζεστό αποσήμερο του Ιουλίου της ιστορικής αυτής χρονιάς του 1941επάνω στα «τουράκια» της εκκλησιάς του Χάρακος ,και κάτω ακριβώς από το μεγάλο σφεντάμι της αυλής της,συζητούντες όπως είπα ,για πολλά και για διάφορα,ενώ συγχρόνως μια πνοή του μπάτη που «ξεμαπουκάριζε»την μέρα αυτή ,φρέσκος φρέσκος και δροσάτος ,από τη σούδα του Σταυρού μας ανακούφιζε λιγάκι από τη δυνατή τη ζέστη ,μέσα στην οποία και οι δυο μας παραδέρναμε .
 Οπότε ακούμε ξαφνικά την καμπάνα της εκκλησίας να σημαίνει.Νταγκ ….Νταγκα…νταγκ….
 Ήταν ο παπάς της ενορίας ,που προσκαλούσε τους πιστούς για προσευχή και μετάνοια. Αμέσως ,λοιπόν,και την ίδια ακριβώς στιγμή είδαμε και οι δυο μας δυο ,τρεις γέρους που ήταν ξαπλωμένοι ,ώρα τώρα ,κάτω από απ’το σφεντάμι δροσιζόμενοι ,να σηκώνονται αμέσως ,ως τρόπον τινα ηλεκτρισθέντες από τον ήχο της καμπάνας , και να κατευθύνονται προς την είσοδο της εκκλησίας.
Όπως επίσης είδαμε ακόμη και μερικούς άλλους γέρους και γερόντισσες να προβάλλουν ,πέντε,δέκα λεπτά αργότερα ,στην «ποταμιά» -ανάμεσα εκκλησιά και χωριό- με το κερί στο χέρι ο καθένας τραβώντας κι αυτοί γοργά γοργά επίσης προς την ίδια κατεύθυνση όπως και οι πρώτοι.
 Ο φίλος μου παρηκολούθησε με προσοχή όλη αυτή την κίνηση ,μεθ’ο στρεφόμενος μου λέγει: -Είναι ευχάριστον ,αγαπητέ μου ,ότι παρ’όλη την πολεμικήν την οποίαν ήσκησεν άλλοτε η επιστήμη κατά της εκκλησίας ,και ίσως να ασκεί αυτήν και σήμερον ακόμη ,εν τούτοις και παρ’όλα αυτά εξακολουθούν ακόμη να υπάρχουν άνθρωποι πιστεύοντες.
 Και βέβαια όταν λέγω τούτο ,δεν εννοώ τους απλοικούς αυτούς ανθρώπους τους οποίους τη στιγμή αυτή είδαμε κι οι δυο μας να σηκώνονται και να κατευθύνονται προς την είσοδο της εκκλησίας ,και δια τους οποίους ,επί τέλους ,θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπόκεινται ίσως εις υποβολήν ,την οποίαν ασκούνε επ’αυτών οι κατηχούντες τούτους διάφοροι λειτουργοί της εκκλησίας ,αλλά εννοώ πρωτίστως και κυρίως και πολλούς άλλους ακόμη ανθρώπους των γραμμάτων εις τας πόλεις και τας κωμοπόλεις της πατρίδας μας ,οι οποίοι παρ’όλην την παρά της επιστήμης ,όπως είπον ,ασκούμενην πολεμικήν κατά της ιδέας της θεότητος ,εξακολουθούν ακόμη και παρ’όλα ταύτα να πιστεύουν.
 Πού στηρίζονται και πόθεν άραγε αντλούν την δύναμη της πίστεως των ούτοι;


κοιμήσου Περσεφόνη ......



Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
 κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
 τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα 
και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.
 Κοιμήσου Περσεφόνη - στην αγκαλιά της γης
 στου κόσμου το μπαλκόνι - ποτέ μην ξαναβγείς.

 ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ – ο εφιάλτης της Περσεφόνης – 20ος μχ





Τις ιερές πράξεις ……που δεν μπορεί κανείς
 Να ξέρει πως έγιναν , ούτε να παραβαίνει 
Ούτε να κοινολογεί. Γιατι ο μεγάλος σεβασμός 
Προς τους θεούς κρατά κλειστό το στόμα
 ………………………………………………..
 Αλλά ελάτε εσεις που κυβερνάτε το λαό 
Της ευωδιαστής Ελευσίνας 
Σεπτή, λαμπρόδωρη,καρποφόρα βασίλισσα Δηώ
 Μαζί με την περικαλλή σου κόρη Περσεφόνη
 Ευνοικές, χάρη του ύμνου αυτού δώστε
 Ευχάριστο βίο

 ΟΜΗΡΟΣ- ύμνος στην Δήμητρα – 7ος π.χ



απο  πρόσφατη  επίσκεψη  στον αρχαιολογικό χώρο   Ελευσίνας
ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ  ΜΥΣΤΗΡΙΑ   ( ζωή - θάνατος - ανάσταση ...... ) 
Διαχρονικά υπαρξιακά προβλήματα





ο γερο - Νικόλας






Σήμερα επεριμέναμε να δροσίσει λίγο,αλλά δεν βαριέσαι τα ίδια και τα ίδια ,όταν βλέπεις αυτά τα λιανιοσύννεφα στην Κουλοχέρα να κολλάνε κατά το Αμπελάκι ,να κατηφορίζουν κατά το Σκίθι και να ξαπλώνονται στα Μαντριά ,στο Μπέρο και στο Βράχο,να περιμένεις μεγάλη ζέστη,καύσωνα όπως τονε λένε οι γραμματιζούμενοι .
Θα περάσει όμως και αυτό.Πρωί-πρωί εμείς οι δυο τρεις γέροι που κυκλοφορούσαμε πιάνουμε τις πολυθρόνες κάτου από τον ίσκιο της Μουριάς.
 Ο Νικόλας πρώτος και καλύτερος.Περνάνε τα αγροτικά το ένα πίσω από το άλλο ,φορτωμένα με σακιά χαρούπια ,είναι η εποχή τους,για φέτο ακούστηκε καλή τιμή ,40 δραχμές το κιλό.
Ο Νικόλας έχει λίγες χαρουπιές ,στα αρκουδοπρόβατα και στα ξάλαφτα ,θέλουνε μπράτσα και μακριές φουρτσάρες.
Κανένας σεμπρος δεν αναλαβαίνει, τι λένε για 40 δραχμές το κιλό θα κινδυνεύσω στις κουρουλίμες και στα βραχάκια ; Τι είναι 40 δραχμές; Οι μανάβηδες γυρεύουν 200 δραχμές για τις παλιοντομάτες ,ο ψαράς 700 δραχμές ακατέβατες για τους γίλιους και ο καφετζής 60 δραχμές και δεν ντρέπεται ο αθεόφοβος .
Γυρεύουμε λέει ο Νικόλας από τον έμπορο να κάνει την τιμή 50 δραχμές το κιλό ,αλλά δεν παίρνει από κουβέντες ,40 δραχμές και όποιος θέλει ,το χαρούπι μας είναι αζήτητο στην αγορά ,είναι δεύτερης και τρίτης ποιότητας λέει και εμείς τονε πιστεύουμε και του γεμίζουμε την αποθήκη με το «αζήτητο»πράγμα ,που για να βγάλουμε τον καημό μας τα χαρούπια τα παρανομάζουμε μπανάνες.
 Ο Νικόλας ,κούτσα-κούτσα έχει ρευματικά στα γόνατα ο δύσμοιρος –εμάζεψε χίλια κιλά χαμολόι ,αν ζούσε η γριά μου ,λέει θα μαζεύαμε πάνω από τρεις χιλιάδες κιλά ,ήτανε η μακαρίτισσα προκομμένη ,δεν εσήκωνε που λέμε μέση ,περίσσια στις ελιές και στα χαρούπια ,τώρα καταλαβαίνω πόσο μου λείπει και για αυτό της ανάβω κανένα παραπανίσιο κεράκι.
Ανημπόρεψε που λες Μακαντάση η συχωρεμένη την έστειλα με το ταξί στην Αθήνα ,τηνε βάλανε στο νοσοκομείο ,μέσα στην Επιστήμη ,αλλά είχε σωθεί το λάδι της ,μου τηνε γυρίσανε στο κουτί .Δεν έβγαλα κουβέντα,έκανα το σταυρό μου και είπα από μέσα μου.Γριά αφόσον υπάρχει ο θάνατος μια δυο θα έρθω και εγώ ,μόνο πιάσε καμιά καλή γωνιά ,γιατί η άλλη ζωή είναι αναιώνια,να ζήσουμε μπάρες μου εκεί καλά.
Και πού να σταματήσει ο Νικόλας ,αυτό πάει να πει γέρος,κατήφορος, γκρεμίλα, μαύρα και σκοτεινά ,όλα θλιβερά ,καθώς λέει και το τροπάρι της εκκλησίας μας.Κλαίω και οδύρομαι όταν εννοήσω τον θάνατο.
 Πού και πού ,όμως ,κάποια αστραψιά φέγγει στο μυαλό του .Μου γράφουνε ,που λες Μακαντάση τα παιδιά μου να πάω στην Αθήνα,είναι βολεμένα με καλές δουλειές ,με σπίτια ,με εγγόνια .
Καμιά φορά το αποφασίζω, εβαρέθηκα τη μοναξιά ,εβαρέθηκα να ταίζω τη Μαλτέζα και τις κότες.Εβαρέθηκα να συγυρίζω το καλύβι,να βγάζω νερό,να πλένομαι και να βράζω τις πατάτες και ένα αρμάθι σανό.



΄΄ Κουφάλες ... νεκροθάφτες ..΄΄




                           
                                                 Η ΖΩΗ  ΕΙΝΑΙ   ΩΡΑΙΑ 

                                           ΄΄Κουφάλες  νεκροθάφτες ''  -  δεν  θα  πεθάνουμε ..