ΜΟΛΑΟΙ - ΑΘΗΝΑ - ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ .... όλα είναι δρόμος




   Γενέθλιος  τόπος  οι Μολάοι - ο πατέρας  Δημήτρης  απο Πόντο 
 η μάνα Αντωνία Μολαίτισσα  το γένος Κυριαζάκου.
ΜΟΛΑΟΙ - ΑΘΗΝΑ - ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ .... όλα είναι  δρόμος.
    Η ιστορία των ανθρώπων - η ιστορία του τόπου μας
 χωρίς ανούσιες χρονολογίες. απόσπάσματα στην συνέχεια 
πρόσφατης συνέντευξης  του ΘΟΔΩΡΗ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗ  
στην Εφημερίδα των Συντακτών






Γεννήθηκα το '38. Μεγάλωσα στη γερμανική κατοχή, είδα τον πατέρα μου
 και τα αδέρφια μου στη φυλακή, δαρμένους και κυνηγημένους. 
Τον μεγαλύτερο αδερφό μου στα δέκα του χρόνια τον έδειραν μέχρι αναισθησίας,
 όπως κι εμένα που ήμουν μόλις οκτώ. Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος.
 Το χωριό μας ήταν οι Μολάοι. Κάτω από την πλατεία ήταν το σπίτι μας.
Παντρεύτηκε τη μητέρα μου που ήταν πολύ νεότερή του. 
. Τον Ιούνιο του 1941 μπήκαν οι Γερμανοί στο χωριό. 
Και έμειναν πολύ, και τα 4 χρόνια της κατοχής.
Ο πατέρας μου επέζησε του πολέμου, ήταν ένας από τους δύο που
 απελευθέρωσε από τις φυλακές της Σπάρτης ο απελευθερωτικός στρατός.
 Ηρθε με τα πόδια στους Μολάους και κρατούσε το δεματάκι με τρόφιμα
 που του έδωσαν, «για τα παιδιά...» είπε στη μάνα μου, είχε να φάει τέσσερις μέρες.
 Στον Εμφύλιο είδα να γίνονται φοβερά πράγματα και από τις δύο πλευρές.
 Εφυγα το '46 από κει γιατί θα με σκότωναν, ήμουν «κουμμουνιστόσπορος
 Ηρθα στην Αθήνα με τον παππού μου.Δύσκολη εποχή. 
Πέφτανε χειροβομβίδες από το πουθενά.
 Αυτή η μετανάστευση ήταν πιο δύσκολη από αυτή που ακολούθησε μετά. 
Ολα πάνω μου ήταν λάθος. 
 Εφυγα στην Σουηδίαγ το1964 για έναν πάρα πολύ απλό λόγο: 
ήταν η μόνη χώρα που έπαιρνε ξένους, όλες οι άλλες είχαν 
κλείσει τα σύνορά τους το ‘61 για την εργατική μετανάστευση. 
Ο πατέρας μου είπε κλαίγοντας: «Φύγε, δεν σε χωράει, δεν σε θέλει η Ελλάδα».
 Πρέπει να ήταν η πιο πικρή κουβέντα που είχε πει στη ζωή του.
 Εφυγα φορώντας ένα παλιό του σακάκι. Δεν ήξερα ούτε μία λέξη. 
Μόνο το «καλημέρα». Πήγα με το τρένο. Τέσσερις μέρες κάναμε να φτάσουμε.
 Ημουν εντελώς μόνος, αλλά το τρένο ήταν γεμάτο Ελληνες που φεύγανε. 
Εκείνη τη χρονιά φύγανε 150.000 νέοι από την Ελλάδα. Το θυμάμαι σαν και σήμερα.
 Εφτασα στη Στοκχόλμη. Δεν είχα κανένα αίσθημα, ένιωθα κενός. Αδειος. 
 Ολα τα έκανα. Πρώτα καθάριζα πατάτες, μετά αναβαθμίστηκα και έπλενα πιάτα.
 Η αναβάθμιση ήταν πολύ χρήσιμη γιατί στο υπόγειο υπήρχαν
 μόνο ξένοι και δεν μπορούσα να μάθω ούτε μια λέξη σουηδικά.
 Εμαθα μόνος μου σουηδικά και πήγα και γράφτηκα στο πανεπιστήμιο.
 Στη φιλοσοφική σχολή. Μετά έγινα αμέσως καθηγητής Φιλοσοφίας σε ένα γυμνάσιο.
 Αργότερα έγινα καθηγητής πανεπιστημίου.





Δεν υπάρχουν σχόλια: