Όσον δε αφορά την Κουλοχέρα,το νοτιότερο από τα βουνά του Ζάρακα ,εκεί που τελειώνει πλέον ο Πάρνωνας ,και αυτής το όνομα –σύμφωνα πάντα με τους θρύλους –πάλι από το βασιλιά του Ζάρακα πηγάζει :
Ήταν λένε τότε που τα αμέτρητα κοπάδια του βασιλιά έβοσκαν ανέμελα στις πλαγιές (της κατόπιν Κουλοχέρας),ενώ ο αρχιτσοπάνος –γεροδεμένος και όμορφος –είχε εγκατασταθεί στην πιο ψηλή κορυφή του βουνού ,εκεί που τώρα είναι το ξωκκλήσι του Αι-Λιά.
Εκεί ψηλά έπαιζε τη φλογέρα του και με τον ήχο της συννενοείτο με την κόρη του βασιλιά ,με την οποία ήταν βαθιά ερωτευμένος.
Όμως οι Δωριείς Σπαρτιάτες ήθελαν τα βουνά Ζάρακας κάτω από την εξουσία τους.Ετσι,κάποιο βράδυ έκαμαν επιδρομή ,άρπαξαν τα κοπάδια και τον αρχιβοσκό και τους τραβούσαν για τα μέρη τους.Το παλικάρι ζήτησε να παίξει τη φλογέρα του για τελευταία φορά ,για να αποχαιρετήσει –τους είπε- τα πανέμορφα μέρη ,που από εκεί ψηλά συνήθιζε να αγναντεύει.
Το παίξιμο της φλογέρας όμως το βράδυ εκείνο ,σημάδι κακό ,θορύβησε τη βασιλοπούλα.Έτρεξε στον πατέρα της και του ζήτησε να κινηθεί αμέσως,γιατί κάτι κακό συνέβαινε στα κοπάδια του.
Τελικά ,οι στρατιώτες του βασιλιά πρόφτασαν τους επιδρομείς Σπαρτιάτες στη (σημερινή)θέση Πακόγια και έσωσαν τη ζωή του βοσκού .Δεν έσωσαν όμως και το χέρι του,που το έκοψαν οι Σπαρτιάτες για το σήμα κινδύνου που έστειλε με τη φλογέρα του.
Αλλά υπάρχει και ένας άλλος θρύλος ,στον οποίο όμως πάλι ουσιαστικό ρόλο διαδραματίζει ο βοσκός:
Λέγεται λοιπόν ότι στην περιοχή των Χαλασμάτων -στην πεδιάδα των Μολάων-επί Τουρκοκρατίας εγκαταστάθηκε στηνμ περιοχή ένας Αγάς που είχε πέντε γιους (για αυτό και η περιοχή λέγεται αλλιώς Πενταγιούσια)και μια μονάκριβη θυγατέρα ,που αγαπούσε ιδιαίτερα.
Πάνω ψηλά στις ράχες της Κουλοχέρας , όταν έβοσκε ο τσοπάνος τα πρόβατά του , έπαιζε τη φλογέρα του-συχνά ,ως αργά το βράδυ-γοητευμένος από την ομορφιά του βουνού και την πανοραμική θέα που απλωνόταν μπροστά του…
Η κόρη του Αγά ,μαγεμένη από το λάλημα της φλογέρας ,καθόταν μέχρι αργά έξω από τον οντά της και άκουγε …και σιγά ερωτεύτηκε το βοσκό των κοπαδιών.Η απόσταση όμως και γενικά οι συνθήκες δεν επέτρεπαν κανένα είδους πλησίασμα…Άρχισε λοιπον,να μαραζώνει απ΄τον καημό της,να αδυνατίζει,να χλωμιάζει.
Ο Αγάς ανήσυχος τη συχνορωτούσε τι έχει και υποφέρει,αλλά εκείνη αρνιόταν επίμονα να φανερώσει τον καημό που τη βασάνιζε …Όταν τέλος ο Αγάς έμαθε την αλήθεια ,τρόμαξε και ορκίστηκε : γρήγορα ,πιάστε τον και κόψτε του το χέρι !Να μην ξανακουστεί ο ήχος της φλογέρας ποτέ πια!ζήτησε από τους στρατιώτες και τους γιους του.
Ετσι ο βοσκός έχασε το χέρι του ,ενώ οι σκλαβωμένοι κάτοικοι του τόπου ,συγκινημένοι από το γεγονός αυτό,το ονόμασαν Κουλοχέρα.
Απο το βιβλίο του Γ.Δ.ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ
η Μονεμβάσια και η ενδοχώρα της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου